Δευτέρα 9 Ιουνίου 2014

Μυστικά


Και τον ρώτησε ποιος είναι ο μεγαλύτερος του φόβος. Αυτός δεν απάντησε αμέσως παρότι ήξερε. Το να παραμιλήσει στον ύπνο του ήταν ο μεγαλύτερος του φόβος. Το να πει όλα του τα μυστικά, τις πιο αποτρόπαιες σκέψεις του, τις πιο φρικτές ιδέες που έχει, πράγματα που ντρέπεται να παραδεχτεί ο ίδιος, τα κρύβει από τον εαυτό του και να τα πει άθελα του ενώ κοιμάται. Τελικά απάντησε η μοναξιά.

Κυριακή 8 Ιουνίου 2014

Muere Lentamente


Αργοπεθαίνει
όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας,
επαναλαμβάνοντας κάθε μέρα τις ίδιες διαδρομές,
όποιος δεν αλλάζει το βήμα του,
όποιος δεν ρισκάρει να αλλάξει χρώμα στα ρούχα του,
όποιος δεν μιλάει σε όποιον δεν γνωρίζει.

Αργοπεθαίνει
όποιος έχει την τηλεόραση για μέντορα του

Αργοπεθαίνει
όποιος αποφεύγει ένα πάθος,
όποιος προτιμά το μαύρο αντί του άσπρου
και τα διαλυτικά σημεία στο “ι” αντί τη δίνη της συγκίνησης
αυτήν ακριβώς που δίνει την λάμψη στα μάτια,
που μετατρέπει ένα χασμουρητό σε χαμόγελο,
που κάνει την καρδιά να κτυπά στα λάθη και στα συναισθήματα.

Αργοπεθαίνει
όποιος δεν “αναποδογυρίζει το τραπέζι” όταν δεν είναι ευτυχισμένος στη δουλειά του,
όποιος δεν ρισκάρει τη σιγουριά του, για την αβεβαιότητα του να τρέξεις πίσω από ένα όνειρο,
όποιος δεν επιτρέπει στον εαυτό του, έστω για μια φορά στη ζωή του, να ξεγλιστρήσει απ’ τις πανσοφές συμβουλές.

Αργοπεθαίνει
όποιος δεν ταξιδεύει,
όποιος δεν διαβάζει,
όποιος δεν ακούει μουσική,
όποιος δεν βρίσκει το μεγαλείο μέσα του

Αργοπεθαίνει
όποιος καταστρέφει τον έρωτά του,
όποιος δεν αφήνει να τον βοηθήσουν,
όποιος περνάει τις μέρες του παραπονούμενος για τη κακή του τύχη
ή για τη βροχή την ασταμάτητη

Αργοπεθαίνει
όποιος εγκαταλείπει την ιδέα του πριν καν την αρχίσει,
όποιος δεν ρωτά για πράγματα που δεν γνωρίζει
ή δεν απαντά όταν τον ρωτάν για όσα ξέρει

Αποφεύγουμε τον θάνατο σε μικρές δόσεις,
όταν θυμόμαστε πάντα πως για να ‘σαι ζωντανός
χρειάζεται μια προσπάθεια πολύ μεγαλύτερη
από το απλό αυτό δεδομένο της αναπνοής.

Μονάχα με μια φλογερή υπομονή
θα κατακτήσουμε την θαυμάσια ευτυχία.


Martha Medeiros


Τρίτη 3 Ιουνίου 2014

και Ντοστογιέφσκι




Χα! χα! χα! γελάτε — «θα μας βρει σε λίγο ηδονή και στον πονόδοντο!».
Γιατί όχι; — απαντώ — υπάρχει ηδονή και στον πονόδοντο. Το ξέρω και με το παραπάνω. Είδα πονόδοντο επί ένα ολόκληρο μήνα. Στην περίπτωση αυτή δεν φουρκίζεται κανένας σιωπηλά∙ γογγύζει.
Μα τα γογγύσματα αυτά δεν είναι ειλικρινή∙ είναι γογγίσματα υποκριτικά κι όλα βασίζονται κι εδώ
στην υποκρισία. Στα γογγίσματα αυτά υπάρχει η ηδονή του υποφέροντος, και αν δεν εύρισκε ηδονή, δε θα γόγγυζε. Αυτό το παράδειγμα είναι έξοχο, κύριοι, και θα το αναπτύξω.
Πρώτα — πρώτα αυτά τα γογγίσματα εκφράζουν όλη την ανωφέλεια του πόνου σας, την τόση εξευτελιστική για το άτομό σας, και την αρχική δύναμη της φύσης που δεν τη λογαριάζετε μα από την
οποία υποφέρετε, ενώ εκείνη δεν υποφέρει. Αρχίζετε να καταλαβαίνεται πως υποφέρετε χωρίς να
βλέπετε τον εχθρό σας πως παρά τις φιλοσοφίες όλων των Βάνγκενχάιμ, είσαστε ο σκλάβος των δοντιών σας, πως αν το 'θελε καμιά δύναμη ανώτερη θα έπαυε ο πόνος τους, μα πως αν δεν το θελήσει μπορείτε να υποφέρετε τρεις μήνες ακόμα, και τέλος πως αν δεν σωπάσετε κι εξακολουθήσετε να διαμαρτύρεστε, δε θα σας έμενε πραγματικά άλλη παρηγοριά, παρά να πάρετε ο ίδιος το καμτσίκι και να μαστιγωθείτε ή να δώσετε γροθιές στον τοίχο με όλη τη δύναμή σας, αυτό μόνο μπορείτε να κάνετε!

Λοιπόν, κύριε, μέσα στις βρισιές σας αυτές που φέρνουν το αίμα στα χείλη σας, και στους σαρκασμούς που ακούτε, δεν ξέρω κι εγώ από ποιόν, γεννιέται σιγά — σιγά μια ηδονή, που μπορεί να φτάσει ως τον πιο μεγάλο ηδονισμό. Σας παρακαλώ, κύριοι, ακούστε για μια στιγμή τα γογγίσματα
του μορφωμένου ανθρώπου της εποχής μας όταν του πονούν τα δόντια. Τη δεύτερη ή την τρίτη μέρα, τα γογγίσματά του γίνονται αλλιώτικα: δεν γογγύζει πια επειδή πονούν τα δόντια του μόνο — αν και δεν γόγγυζε σαν κανένας άξεστος μουζίκος, μα σαν άνθρωπος που επωφελήθηκε από τη διανοητική ανάπτυξη και τον πολιτισμό της Ευρώπης, σαν άνθρωπος «που δεν είναι πια προσκολλημένος στο χώμα και στις παραδόσεις της πατρίδας του» όπως λεν σήμερα. Τα γογγίσματά του γίνονται επιθετικά, μοχθηρά, και βαστούν μέρες και νύχτες ολόκληρες. Ξέρει κι ο ίδιος πως αυτά τα γογγύσματα δε θα του προσφέρουν καμιά ανακούφιση. Καλύτερα από τον καθέναν ξέρει πως του κάκου νευριάζει και βασανίζει τους άλλους και τον εαυτό του. Ξέρει πως το ακροατήριο για το οποίο παίζει αυτή την κωμωδία καθώς κι η οικογένειά του τον ακούνε με αηδία, πως δεν πιστεύουν στην ειλικρίνεια των παραπόνων του, και λένε μέσα τους πως, απλούστατα θα μπορούσε να γογγύζει χωρίς ξεφωνητά ψεύτικα, μα κάνει αυτή, τη θεατρική επίδειξη, από μοχθηρία... Λοιπόν ακριβώς στα ξεφωνητά και την αναντρία του αυτή κρύβεται η ηδονή.

«Σας τυραννώ, λέει μέσα του, σας σπαράζω την καρδιά∙ δεν αφήνω να κοιμηθεί κανένας στο σπίτι.
Όχι, δε θα κοιμηθείτε∙ θα νοιώθετε κάθε ώρα και στιγμή πως πονούν τα δόντια μου. Δεν είμαι πια
για σας ο ήρωας που ήμουν υποχρεωμένος ως τώρα να φαίνομαι, αλλά ένας σιχαμερός κύριος, ένας
άναντρος! Έστω! είμαι κατηγορούμενος που το καταλάβατε. Ξέρω πως αηδιάζετε που ακούτε τα
γογγίσματά του. Λοιπόν, τόσο το χειρότερο για σας: θα σας κάνω ν' ακούσετε κι άλλα ακόμα!...».

Δεν καταλάβατε ακόμα, κύριοι; Όχι, γιατί φαίνεται ότι πρέπει να 'ναι κανένας πολύ εξελιγμένος κι
ευσυνείδητος για να μπει στις λεπτότητες μέσα της ηδονής αυτής. Γελάτε; Είμαι κατενθουσιασμένος, κύριοι. Τ' αστεία μου, βέβαια, δεν είναι του γούστου σας, είναι χοντροειδή, σκοτεινά, ακαθόριστα. Κι ο λόγος είναι γιατί δε σέβομαι τον εαυτό μου. Πείτε μου: ένας άνθρωπος που έχει νοιώσει βαθιά τον εαυτό του, μπορεί να τον σέβεται;

Δευτέρα 2 Ιουνίου 2014

Louie


Όχι τόσο ενδιαφέρον όσο τα δύο προηγούμεα αλλά το βάζουμε για να ολοκληρώσουμε την τριλογία.



---> κλικ <---